Home » Blog » Περί Λογοτεχνίας »
Οι αριθμοί και τα λογοτεχνικά κείμενα είναι το θέμα αυτού του άρθρου. Το φαινόμενο που παρατηρείται στα λογοτεχνικά κείμενα, και έχει δύο οπτικές ματιές.
Σε κάποια κείμενα οι αριθμοί έχουν εξοστρακιστεί.
Υπάρχουν δύο σχολές περί αυτού.
Η μία ισχυρίζεται ότι η παρουσία αριθμητικών μεγεθών -υπό τη μορφή αριθμών στο κείμενο- βοηθά να οπτικοποιηθεί το μήνυμα που θέλει να δώσει ο συγγραφέας.
Σε αντίθεση με αυτή την οπτική, άλλοι χρησιμοποιούν κάθε αριθμητικό μέγεθος υπό μορφή λέξεων.
Υπάρχει σωστό και λάθος;
Όχι.
Στη λογοτεχνία δεν υπάρχει σωστό ή λάθος, υπάρχει καλό ή καλύτερο.
Ας δούμε δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα:
«Η οργάνωση που εξαρθρώθηκε αποτελείτο από τριάντα δύο ομάδες, που δρούσαν σε δώδεκα περιοχές της χώρας. Τα μέλη τους ανέρχονταν σε δέκα τρεις χιλιάδες οκτακόσιους πενήντα τρεις ανθρώπους».
«Η οργάνωση που εξαρθρώθηκε αποτελείτο από 32 ομάδες, που δρούσαν σε 12 περιοχές της χώρας. Τα μέλη τους ανέρχονταν σε 13.853 ανθρώπους».
Ποια από τις πιο πάνω μορφές σας φαίνεται πιο οικεία;
Το ανθρώπινο μάτι συνειδητοποιεί καλύτερα την πληροφορία όταν βλέπει αριθμούς και κάνει πολύ πιο εύκολη τη διαδικασία σύγκρισης μεγεθών.
Άλλο παράδειγμα:
«Ο ύποπτος είχε ύψος περίπου ένα και εξήντα πέντε, και βάρος περί τα ογδόντα κιλά».
Ο αναγνώστης προσπαθεί να σχηματίσει την εικόνα του ύποπτου, επιμένοντας να εστιάζει πάνω στα λεκτικά που αναφέρονται σε αριθμητικά μεγέθη. Η φράση «ένα και εξήντα πέντε», θα μετατραπεί μέσα στο μυαλό του αναγνώστη σε «1,65», γιατί έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε αριθμούς και όχι τα λεκτικά αντίστοιχά τους. Ο κόσμος μας είναι δομημένος με αριθμούς.
Η ίδια φράση τώρα με αριθμητική παράσταση:
«Ο ύποπτος είχε ύψος περίπου 1,65, και βάρος περί τα 80 κιλά».
Εδώ ο αναγνώστης δεν μπαίνει καν στη διαδικασία να μετατρέψει κάτι. Του δίνουμε έτοιμη την πληροφορία, τον αφήνουμε να παιδέψει το μυαλό του με το καθαρά λογοτεχνικό κείμενο ή άλλες έννοιες.
Αν εξοστρακίζαμε από την καθημερινή μας ζωή όλα τα αριθμητικά μεγέθη υπό μορφή αριθμών, θα φτάναμε στο πιο κάτω αποτέλεσμα:
Έξω από το σπίτι μας θα είχαμε μια ταμπέλα που θα έγραφε:
«Αλκαμένους εκατόν εβδομήντα τέσσερα», αντί του
«Αλκαμένους 174».
Οι Ευρωπαϊκοί οδοί που βλέπουμε στην Εθνική οδό, θα γράφονταν:
«Α τέσσερα», αντί του «Α4»
Στις πινακίδες λοιπόν των οδών εφαρμόζουμε τον ευκολότερο τρόπο, για να καταλάβει ο άνθρωπος την πληροφορία που του δίνουμε.
Στη λογοτεχνία γιατί πρέπει να ακολουθήσουμε τον δυσκολότερο δρόμο;
Υπάρχουν οι άνθρωποι των γραμμάτων και οι άνθρωποι των αριθμών. Μεταξύ τους επικρατεί χάος και μίσος.
Βέβαια και οι δύο ομάδες ασχολούνται με την επικοινωνία. Οπότε λένε τα ίδια πράγματα με διαφορετική κωδικοποίηση. Στον προφορικό λόγο δεν υφίσταται το αντίστοιχο θέμα.
Στη γραπτή επικοινωνία (που προϋποθέτει απόσταση) σχετικά μικρή αναφορά σε αριθμούς με λεκτικό τρόπο είναι ανεκτή. Δεν είναι όμως το ίδιο στα μαθηματικά που, σε βάθος, είναι μια πλέον οικονομική έκφραση. Άλλωστε η αριθμοποιημένες παραστάσεις ξεκίνησαν από καθαρά εμπορικούς λόγους γιατί η μνήμη δεν θα μπορούσε να συγκρατήσει πολλές διαφορετικές λεπτομέρεις σε χρεωπιστωτικές συναλλαγές (μου χρωστά τόσα ο τάδε και εγώ κάτι χρωστώ στον άλλο).