[η φωτογραφία προέρχεται από το https://pixabay.com και είναι ελεύθερη προς χρήση]
Home » Blog » Χρονογραφήματα »
Ο φύλακας της Αντιγόνης. Η υπόθεση της αρχαίας τραγωδίας είναι γνωστή σε όλους. Ο Κρέων δίνει διαταγή να μη ταφεί το πτώμα του Πολυνείκη. Η αδελφή του νεκρού υπακούοντας στις θείες εντολές αγνοεί τον Κρέοντα και τον θάβει. Ένας φύλακας την πιάνει και την οδηγεί στον Κρέοντα προκειμένου να αποδοθεί η ανθρώπινη δικαιοσύνη.
Ένας δεύτερος φύλακας, που δεν εμφανίζεται ποτέ στο έργο, στοχάζεται…
γράφει ο Μίλτος Μόσχος
Το ημερολόγιο ενός Κναφέως
Και τι με νοιάζει εμένα; Αυτή είναι η δουλειά μου? Αυτή μου δίνει το ψωμί που τρώω? Όχι βέβαια, ας τον θάψει όπου θέλει και όποτε θέλει. Εμένα το δικό μου ψωμί δεν έχει σχέση με τον θάνατό του και πολύ περισσότερο με το θάψιμό του. Τα δικά μου παιδιά το ίδιο ψωμί θα φάνε. Η γυναίκα μου τα χέρια μου θα ψάξει το μεσημέρι που θα γυρίσω, να δει αν είναι γεμάτα με ψωμί και κανένα κρεμμύδι. Δεν τη νοιάζει αν κάποιος έμεινε άταφος και τον τρώνε τα τσακάλια.
Εντάξει, η Αντιγόνη τον έθαψε, και λοιπόν;
Θαμμένος ή άταφος ο νεκρός ήδη βρίσκεται στην Αχερουσία λίμνη, εκεί που κουρεύουν τα σκυλιά και τους φυλάν σκυλιά. Ήδη έχει δικαστεί από τον άρχοντα του σκότους, τα σκυλιά ήδη τον έχουν οδηγήσει στο μέρος όπου θα περάσει όλη την υπόλοιπη ζωή του. Σε τι θα επηρεάσει, αν το σώμα ταφεί ή όχι?
Το κρεμμύδι της οικογένειας να ‘ναι καλά. Δεν θα πω τίποτα σε κανέναν, δεν είδα τίποτα, δε με νοιάζει τίποτα. Ναι, φοβάμαι, τι θέλετε δηλαδή… να χάσω κι εγώ το κεφάλι μου?
Και ο Κρέοντας μια καρικατούρα· νομίζει ότι με εξουσιάζει. Μπροστά του στέκομαι πυρσός αναμμένος. Μόλις πάει πιο κει, του βγάζω τη γλώσσα. Μια μόνη εξουσία αναγνωρίζω, τον Δία, την Αθηνά την Εργάνη άντε και τον Απόλλωνα. Όλοι οι άλλοι είναι σκιές που νομίζουν ότι το μπόι τους ξεπερνά τα ανθρώπινα.
Μας λένε ότι είναι κάτι ανάμεσά σε θεούς και ανθρώπους. Σκατά είναι. Άδειες σακούλες, τις τρυπάς και σκάνε και βγάζουν έξω σκατένιες ανθρώπινες φάτσες. Ναι η Αντιγόνη, δεν είναι τέτοια, είναι ηρωική. Μπροστά της ο Κρέοντας είναι το τίποτα. Ακόμα και ο γιος του ο Αίμωνας τον φτύνει κατάμουτρα. Ακόμα και αυτός τον τιμώρησε οικτρά. Μαχαιρώθηκε μόνος του, απέδρασε, εγώ δεν θα μπορούσα να το κάνω κάτι τέτοιο. Μα δεν ισχυρίστηκα ποτέ ότι ήμουν γενναίος. Κι αν κάνω τον φύλακα του κάθε γεροξεκούτη είναι για να μπορώ να προσθέσω και λίγες ελιές στο τραπέζι των παιδιών μου. Τα παιδιά μου πάνω από όλα. Και η γυναίκα μου ακόμα πιο πάνω· είναι αυτή που μου τα χάρισε, είναι αυτή που με πεθαίνει όταν γδύνεται μπροστά στο λύχνο για να ξαπλώσει. Η μάνα των παιδιών μου, η δική μου μάνα. Ναι, γι’ αυτήν να πολεμήσω, να σκοτωθώ, ναι, αυτή το αξίζει, αλλά για τον Κρέοντα; Χα, και φτού του, του κάθε Κρέοντα.
Από μικρό παιδί που θυμάμαι να βάφω δέρματα και ρούχα, ποτέ μου δεν υπολόγισα να κάνω ατιμία. Πάντα έκανα σπονδές στους θεούς μου, τους δικούς μου, αυτούς που αξίζει να τους κάνω σπονδές. Οι υπόλοιποι θεοί και άνθρωποι μόνο για αστεία στις ταβέρνες. Και είμαι περήφανος που η ταμπέλα έξω από τη καλύβα μου γράφει “Κναφεύς”.
Γράμματα δεν έμαθα ποτέ, αλλά αισθάνομαι μέσα μου να κουνιέται η καρδιά μου κάθε φορά που βλέπω τα ιερά βιβλία που μελετάει ο παιδικός μου φίλος. Τον ζηλεύω, εγώ αγράμματος, ίσως περιορισμένα ταξίδια του νου, ίσως λειψές γνώσεις από το πώς στέκεται ο κόσμος στο κενό, γιατί αυτός ο θεός και όχι ο άλλος, γιατί να υπομένω τον Κρέοντα σήμερα και αύριο το παιδί του Κρέοντα. Θέλω να παρατήσω τη δουλειά του φύλακα. Να κάνω τη δική μου επανάσταση. Να ανέλθω στον ουρανό, αλλά τα γράμματα που δεν έμαθα με κρατούν κάτω.
Κάτι πρέπει να κάνω και εγώ για να με θυμούνται οι επόμενοι. Να μείνω στην Ιστορία. Ναι. αυτό θα κάνω, θα βοηθήσω την Αντιγόνη να δραπετεύσει. Θα την κρύψω και θα τη διώξω στην Αθήνα, την πόλη που κάθε άνθρωπος βρίσκει την πόλη του. Εκεί που ανυψώνεται ο καθένας μας. Θα κάνω τον φύλακα τον πιστό, θα τον ξεγελάσω, θα είμαι πιστός και την κατάλληλη στιγμή θα του την φέρω. Θα τα παρατήσω όλα αυτά με τους φύλακες της πόλης, ας μη ξαναφάω ποτέ ελιές, ας μείνω στο ψωμί και στο κρεμμύδι. Αρκούμαι στα δέρματά μου και στις βαφές μου. Αρνούμαι να υπηρετώ τυράννους και τα καπρίτσια τους. Έχω πιο σοβαρά πράγματα να σκεφτώ από το να φυλάω μια κόρη που αποφάσισε να θάψει τον αδελφό της.
Καλά κάνει, εγώ δεν είδα τίποτα, δεν με νοιάζει τίποτα, ας την κρίνει ο θεός.